Η «κοινή πατρίδα» στην υπηρεσία του ιμπεριαλισμού
του ΛΕΥΤΕΡΗ ΡΙΖΑ
(10/10/2007)
του ΛΕΥΤΕΡΗ ΡΙΖΑ
(10/10/2007)
Στην κυριακάτικη Χαραυγή (7/10/07) δημοσιεύτηκε συνέντευξη του Ιζζέτ
Ιζτζάν, γενικού γραμματέα του Κόμματος Ενωμένη Κύπρος (ΒΚΡ). Η
συνέντευξη παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Κυρίως γιατί διαπιστώνεται,
για άλλη μια φορά, πώς οι Τουρκοκύπριοι «μαρξιστές-σοσιαλιστές», που
πιστεύουν στην εργατική τάξη και αγαπούν «αυτή την πατρίδα», ουσιαστικά
συμπλέουν με τα επιχειρήματα και σχέδια του ιμπεριαλισμού για το Νησί
και την...
περιοχή της Εγγύς και Μέσης Ανατολής.
Θα ξεκινήσω με την
αναφορά «στον κοινό αγώνα για την κοινή μας πατρίδα». Γιατί αυτή η θέση
είναι κοινή και στην ελληνοκυπριακή αριστερά – όπως και στη σύμπασα
ελλαδική αριστερά: «επαναστατική» και ρεφορμιστική, εκτός βέβαια από ένα
σοβαρό τμήμα της που χρόνια τώρα έχει τοποθετηθεί διαφορετικά. Η «κοινή
πατρίδα» βρίσκεται στη βάση όλων των σχεδίων για «διζωνική-δικοινοτική
Ομοσπονδία», περιλαμβανομένου και του σχεδίου Ανάν.
Έχουν υπάρξει
και εξακολουθούν να υπάρχουν, στην Ιστορία του Κόσμου μας, πολλές
«κοινές πατρίδες». Μετά την υποδούλωση των Ελλήνων στους Τούρκους,
γεννήθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες Τούρκοι στον ελληνικό χώρο. Που υπήρξε
γι’ αυτούς κοινή πατρίδα με τους υπόδουλους. Το ίδιο συνέβη και με τους
υπόλοιπους λαούς της Βαλκανικής που υποδουλώθηκαν στους Τούρκους. Συνέβη
σε κάθε περίπτωση κατάκτησης λαού από άλλον λαό. Οι κατακτητές
απέκτησαν παιδιά –όχι αναγκαστικά από μικτούς γάμους– που για πατρίδα
τους γνώρισαν την κατακτημένη χώρα. Έχουμε σαν παράδειγμα Αγγλο-ινδούς
και ινδο-ινδούς. Και πάει λέγοντας. Φτάνουμε στους Νοτιοαφρικανούς, τους
Εβραίους της Παλαιστίνης (Ισραηλίτες), τους Τουρκοκύπριους (όπως
παλιότερα τους τουρκοκρητικούς) κ.λπ. Όλοι αυτοί είχαν μια «κοινή
πατρίδα». Άσχετα αν ο γιος ή η κόρη των Άγγλων εποίκων αποικιοκρατών
ένοιωθαν περήφανοι γιατί ήταν Άγγλοι και όχι Ινδοί ή κάτι άλλο. Είχαν
την ίδια «πατρίδα» με τον κυριαρχούμενο – τον αποικιοκρατούμενο. Που
ένοιωθε πρώτα από όλα Ινδός ή ακόμα και Ιρλανδός.
Η «κοινή τους
πατρίδα» δεν στάθηκε αρκετή για να σβήσει τη διαχωριστική γραμμή:
ξένος–αποικιοκράτης–κυρίαρχος–καταπιεστής από τη μια και
αποικιοκρατούμενος–καταπιεζόμενος–εκμεταλλευόμενος– ιθαγενής/ντόπιος από
την άλλη. Δηλαδή αυτή τη διαχωριστική γραμμή που ευθύνεται για όλους
τους εθνικο-απελευθερωτικούς και αντιαποικιακούς αγώνες και πολέμους. Αν
αρκούσε η αναφορά στην «κοινή πατρίδα» δεν θα είχαμε την Επανάσταση του
1821. Δεν θα είχαμε κανένα εθνικο-απελευθερωτικό/αλυτρωτικό αγώνα στα
Βαλκάνια. Πουθενά στον κόσμο. Θα μας ήταν μυστήριο ο αγώνας του
αλγερινού λαού, του βιετναμικού, κ.λπ. Ακόμα και ο Αγώνας για την
Ανεξαρτησία των Βορειοαμερικανών από τη μητέρα Αγγλία. Το ότι οι
ιθαγενείς αμερικανοί δεν κατάφεραν να απωθήσουν ή να κυριαρχήσουν πάνω
στους αποίκους έχει να κάνει με τη δική τους αδυναμία. Όμως, έστω 500
χρόνια ύστερα παίρνουν την «εκδίκησή» τους σε μια σειρά χώρες της
Λατινικής Αμερικής, όπου οι ιθαγενείς ευρίσκονται επικεφαλής κυβερνήσεων
που αμφισβητούν την εξουσία των λευκών.
Η «κοινή πατρίδα» μπορεί
να στεγάζει λοιπόν διαφορετικά ταξικά, εθνικά, φυλετικά, θρησκευτικά
συμφέροντα και πολιτισμούς. Μπορεί θαυμάσια να αποτελεί έδαφος
ανταγωνιστικής συνύπαρξης αποικιοκρατών και αποικιοκρατούμενων,
εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων, καταπιεστών και καταπιεζόμενων. Αν
ήταν διαφορετικά δεν θα είχαμε ούτε αποικιοκρατία, ούτε
νεο-αποικιοκρατία, ούτε αποικιοκρατικό ιμπεριαλισμό. Δεν θα είχαμε
συνεπώς ούτε αντι-αποικιακούς, ούτε εθνικοαπελευθερωτικούς και
αντι-ιμπεριαλιστικούς αγώνες. Δεν θα είχαμε κι αυτή την πολύ πλούσια
«σοδειά» για τους αγώνες αυτούς και στη σχέση τους με το σοσιαλισμό, από
έργα των Μαρξ, Ενγκελς, Λένιν, Μάο, Τσε κ.λπ. Ούτε αυτή τη συμπύκνωση
αυτής της σύνθετης πραγματικότητας στο σύνθημα του Μάο: «Τα Κράτη θέλουν
Ανεξαρτησία, τα Έθνη Απελευθέρωση και οι Λαοί Επανάσταση».
Και
δεν θα είχαμε τέτοιους αγώνες γιατί με βάση την ύπαρξη «κοινής
πατρίδας», θα εξισώναμε τους κυρίαρχους και κυριαρχούμενους,
αποικιοκράτες και αποικιοκρατούμενους, καταπιεστές και καταπιεζόμενους
σε δύο ισότιμες κοινότητες και έτσι θα εγκαθιδρύαμε παντού «δικοινοτικές
ομοσπονδίες». Έτσι για να αποφύγουμε τις συγκρούσεις. Αρχίζοντας βέβαια
από τις ΗΠΑ: δικοινοτική Ομοσπονδία Ιθαγενών/Ινδιάνων και λευκών
αποίκων, μετά την Αγγλία: δικοινοτική μεταξύ Ιρλανδών και Άγγλων, Γάλλων
και Βιετναμέζων, Γάλλων και Αλγερινών, Βέλγων και Κογκολέζων,
Πορτογάλων και Γουινέων ή Αγκόλέζων ή Μονζαβίκιων κλπ. Τίποτα από αυτά,
όμως, δεν έγινε: τα Εθνικά Κινήματα Απελευθέρωσης –τα FNL– των πρώην
πορτογαλικών, γαλλικών ή βρετανικών αποικιών διεκδίκησαν την ανεξαρτησία
των χωρών τους και την εξουσία για το λαό τους. Δεν την μοιράστηκαν,
δεν την ομοσπονδοποίησαν με κανέναν αποικιοκράτη.
Οι
Τουρκοκύπριοι δεν είναι τίποτα άλλο από ένα κομμάτι των Τούρκων
κυρίαρχων στη Βαλκανική, την Ελλάδα, την Εγγύς Ανατολή. Αν η τουρκική
διοίκηση δεν έσφαζε την ελληνοκυπριακή ηγεσία ώστε να προλάβει την
έκρηξη στην Κύπρο της Επανάστασης που έγινε στην Ελλάδα το 1821 –αν ήταν
καλύτερα προετοιμασμένη– το αίτημα θα ήταν απελευθέρωση από την
τουρκική κυριαρχία και ένωση με την Ελλάδα. Ακριβώς όπως έγινε με τα
Ιόνια νησιά, την Κρήτη κι αργότερα με τα Δωδεκάνησα.
Τι συνέβη
στην Κύπρο στη συνέχεια: τη νοίκιασαν οι Άγγλοι από τον Σουλτάνο και στη
συνέχεια την ενσωμάτωσαν στην Αυτοκρατορία τους. Επικάθισαν, ως
κυρίαρχοι αποικιοκράτες, όχι μόνο πάνω στους Έλληνες αλλά και πάνω στους
παλιούς δυνάστες τους: τους Τούρκους. Ο αγώνας των Ελλήνων για
απελευθέρωση μοιραία τότε στράφηκε ενάντια στην αγγλική κυριαρχία. Στον
εθνικοαπελευθερωτικό τους αγώνα δεν στάθηκαν σύμμαχοί τους οι παλιοί,
επί αιώνες, δυνάστες τους: οι τουρκοκύπριοι. Αντίθετα η Αγγλική διοίκηση
τους χρησιμοποίησε στην καταστολή του εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα:
επανδρώσανε τις αστυνομικές δυνάμεις, το προσωπικό των φυλακών, κ.ά.
Τέλος, δε, όταν ο αγώνας των Κυπρίων τούς έφερε σε δύσκολη θέση κι
έπρεπε να αποδεχτούν το αίτημα της Αυτοδιάθεσης–Ένωσης, έβγαλαν από το
«μανίκι» το ενδιαφέρον της Τουρκίας για την Κύπρο. Παρά το ότι η Τουρκία
είχε παραιτηθεί από κάθε δικαίωμα και διεκδίκηση επί της Κύπρου με τη
Συνθήκη της Λωζάννης. Η τουρκοκυπριακή κοινότητα –η μειοψηφία που υπήρξε
για χρόνια η πλειονότητα-δυνάστης της ελληνικής πλειοψηφικής
μειονότητας– μπήκε ξανά εμπόδιο στην εθνική αποκατάστασή της. Η τουρκική
μειοψηφία γινόταν ρυθμιστής της ζωής της συντριπτικής πλειοψηφίας των
κατοίκων του νησιού, που ήταν ελληνική. Αυτό αν εφαρμοστεί σε παγκόσμια
κλίμακα θα σημάνει το τέλος της εθνικής αυτοδιάθεσης, απελευθέρωσης και
κρατικής συγκρότησης όλων των καταπιεζομένων λαών και εθνών.
Αποτελεί μεγάλη πρόκληση και παραχάραξη της ιστορίας και της
πραγματικότητας να λέει ο μαρξιστής-σοσιαλιστής γραμματέας, χωρίς να του
απαντάει η Αριστερά στην Κύπρο και Ελλάδα, ότι «Αυτό που επιθυμώ από
τους Τ/κ και τους Ε/κ είναι να κατανοήσουν ότι δεν υπάρχει πρόβλημα
ανάμεσα στις δυο κοινότητες. Το πρόβλημα είναι η παραβίαση της
ανεξαρτησίας μας για μια πολύ μακρά περίοδο από ξένες δυνάμεις. Δεν
πρέπει να προσπαθούμε να νικήσουμε ο ένας τον άλλο, αλλά να νικήσουμε
όλοι μαζί τις εξωτερικές δυνάμεις αφού η Κύπρος και ο λαός της υπήρξαν
δυστυχώς θύματα αυτής της τραγωδίας. Εγώ και τα μέλη του ΒΚΡ όλοι
αγαπάμε την Κύπρο και το λαό της χωρίς διαφοροποιήσεις. Ο κοινός αγώνας
μας θα δικαιωθεί στο τέλος έστω και αν χρειαστεί χρόνος που δεν είναι
τίποτα μπροστά στην πιθανότητα να χάσουμε την πατρίδα μας». Κι είναι
πρόκληση γιατί με αυτή τη λογική, στο όνομα του κοινού αγώνα που είναι ο
σοσιαλισμός-κομμουνισμός, όλοι οι μαρξιστές-λενινιστές, όλα τα ΚΚ στον
κόσμο θα έπρεπε να έχουν ζητήσει από τους καταπιεζόμενους λαούς και έθνη
να κάνουν υπομονή, να μη γυρέψουν την απελευθέρωσή τους, μέχρις ότου οι
κυρίαρχοι λαοί αποφασίσουν να συστρατευτούν στον κοινό αγώνα για την
κοινή πατρίδα μας, τον πλανήτη Γη. Αντί δηλαδή να ταχθούν στο πλάι τους,
να στραφούν ενάντια στις δικές τους κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές και
αποικιοκρατικές τάξεις και κυβερνήσεις, κάλεσμα για κοινό αγώνα που θα
χάνεται στο απώτατο μέλλον. Αυτά δεν κατάλαβε το ΕΑΜ και το ΕΛΑΣ και
πολέμησε τους Γερμανο-ιταλούς και Βούλγαρους κατακτητές, γυρεύοντας την
απελευθέρωση της Ελλάδας. Αντί να περιοριστεί σε εκκλήσεις και διανομή
φυλλαδίων και προκηρύξεων που να ζητούν την «ταξική αλληλεγγύη και
συναδέλφωση των λαών»! Το ίδιο «λάθος» έκαναν όλα τα επαναστατικά και
απελευθερωτικά κινήματα.
Εδώ έχουμε να κάνουμε με την αξιοποίηση
της «ταξικής αδελφοσύνης», των κοινών αγώνων προς όφελος της διατήρησης
του ιμπεριαλισμού. Είναι κάτι που η Αριστερά δεν το έχει
συνειδητοποιήσει ακόμα. Δηλαδή πως η «ταξικότητα» διαλύει την τάξη.
Εμποδίζει την τάξη να υψωθεί σε ηγεμονική δύναμη της κοινωνίας. Μένει
δέσμια γενικών αφορισμών και συνθημάτων, αρνούμενη να μάθει από τους
ίδιους τους αγώνες και την πείρα της.
Αλλά η συνέντευξη και το όλο πρόβλημα της Κύπρου θα μας απασχολήσουν ξανά στο άμεσο μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου