Τελικά
πόσα κότσια πρέπει να έχει κανείς σήμερα για να είναι πατριώτης; Και τι
υπερασπίζεσαι όταν λες οτι πολεμάω για την πατρίδα;
«Τα
ονόματα αγαπητοί μου, λαμβάνουν την σημασίαν από την ιδιότητα των
πραγμάτων, εις τα οποία αναφέρονται. Όθεν, αν τινάς δεν γνωρίζει το
πράγμα, είς ουδέν του χρησιμεύει η ονομασία του. Και καθώς ο εκ γεννετής
αόμματος, προφέροντας τα ονόματα των χρωμάτων, ουδέν εννοεί, επειδή δεν
είδε ποτέ τα χρώματα, ούτως και οι νύν Έλληνες με το «Πατρίς», άλλο δεν
εννοούσι, ειμή την γην είς την οποίαν εγεννήθησαν, επειδή τους λείπει η
ελευθερία»
Ανώνυμου του Έλληνος – ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΑΡΧΙΑ, Ήτοι λόγος περί ελευθερίας.
Η έννοια της κοινής πατρίδας
«Η
Πατρίδα αντιπροσωπεύει το ιερό και αδιαφιλονίκητο δικαίωμα κάθε
ανθρώπου, κάθε ομάδας ανθρώπων, ενώσεων, κοινοτήτων, εθνών, περιοχών, να
αισθάνονται, να σκέπτονται, να θέλουν και να δρουν κατά τον τρόπο τους
και ο τρόπος αυτός είναι πάντα το αναμφισβήτητο αποτέλεσμα μιας
μακροχρόνιας ιστορικής εξέλιξης»(1) έγραφε ο ηγέτης του αναρχικού κινήματος Μ. Μπακούνιν στα 1869.
Η
πατρίδα, ασφαλώς, είναι ιστορικό σύνθετο φαινόμενο. Γενικά, αποτελεί το
κοινωνικο-οικονομικό, πολιτιστικό, πολιτικό περιβάλλον ως κοινότητα
εδάφους, μέσα στο οποίο ζεί και εργάζεται ένα σύνολο ανθρώπων. Ειδικά,
οικοδομείται, ζυμώνεται, διαμορφώνεται και διαμορφώνει τους ψυχικούς
δεσμούς εντός της, από την στιγμή που ο λαός της αποκτά ενιαία συνείδηση
υπεράσπισης τής ύπαρξής της, από κάθε καταδυνάστευση ή ξένη επιβουλή.
Όταν δηλαδή κάθε υποσύνολο ή ξεχωριστή κοινότητα στο εσωτερικό της
κοινότητας εδάφους, συνειδητοποιεί οτι το όλον κοινωνικο-οικονομικό,
πολιτιστικό, πολιτικό περιβάλλον όπου βρίσκει στέγη, ζει κι εργάζεται,
εκπαιδεύεται και παράγει πολιτισμό, κινδυνεύει να διαρραγεί, να
κατακτηθεί, να σκλαβωθεί, να διαμελισθεί και να αφανισθεί.
Με
άλλα λόγια, η πατρίδα και η αίσθηση του πατριωτισμού, αποτελούν μια
ενιαία ιστορική κατηγορία που προηγείται του έθνους και που σχετίζεται
με την εξέλιξη των υλικών και πνευματικών όρων ζωής μιας κοινωνίας σε
δοσμένο τόπο. Μιας κοινωνίας και κατ’ επέκταση ενός λαού που αναπτύσσει
σχέσεις αλληλεπίδρασης κι αλληλεξάρτησης σε κάθε επίπεδο και που ως
τέτοια κατηγορία, η πατρίδα και ο πατριωτισμός, διαδραμάτισαν ενεργητικό
ρόλο στην εθνογέννεση των λαών στην ιστορική κίνηση και παίζουν μέχρι
σήμερα σημαντικό ρόλο στα ήδη διαμορφωμένα έθνη και την παραπέρα εξέλιξή
τους.
Όμως, όπως πολύ σωστά παρατηρούσε ο Πλεχάνωφ, «…κάθε
συγκεκριμένη κοινωνία μιας και της αυτής εποχής, ζει μέσα στο δικό της
ιστορικό περιβάλλον, που μπορεί και πραγματικά, πολύ συχνά, να είναι
παρόμοιο με το ιστορικό περιβάλλον άλλων λαών. Όμως ποτέ δεν είναι το
αυτό και επίσης ποτέ δεν ταυτίζεται με το περιβάλλον των άλλων. Το
γεγονός αυτό είναι ο φορέας των στοιχείων της ποικιλομορφίας στην
εξελικτική διαδικασία της ιστορικής εξέλιξης.» (2)
Αυτές
οι ιδιομορφίες, οι ποικιλομορφίες στην διαμόρφωση του
κοινωνικο-οικονομικού περιβάλλοντος γεννάνε και τις ξέχωρες πατρίδες και
το αίσθημα του ξέχωρου πατριωτισμού που διακατέχει τους κατοίκους κάθε
ξεχωριστής πατρίδας.
Εδώ
στον Ελλαδικό χώρο λοιπόν, την έννοια της κοινής πατρίδας με υπόστρωμα
τον παλιό κόσμο του Αιγαίου αντιλήφθηκαν οι Αχαιοί, οι Δωριείς, οι
Ίωνες, οι Αιολοί, και παρά τα επιμέρους χαρακτηριστικά στις πόλεις κράτη
τους, αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν από κοινού τους Πέρσες. «Είς οιωνός
άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης», μεταλαμπάδευσε ο Όμηρος.
Την αγάπη για την πατρίδα ανακάλυψαν οι Έλληνες και οι λαοί στα Οθωμανικά Βαλκάνια για ν’ αποτινάξουν τον ζυγό. «Κάλλιο για την πατρίδα κανένας να χαθή, ή να κρεμάση φούντα για ξένον στο σπαθί. »διαλλαλούσε με τον Θούριο ο Ρήγας.
Η
συνείδηση της κοινής μοίρας σε μια πατρίδα ανέβασε τους ξυπόλυτους
Έλληνες στ’ Αλβανικά βουνά, κι έγραψε το έπος του ελληνοαλβανικού
πολέμου και ύστερα της εθνικής αντίστασης του ΕΑΜ. «Καλύτερα
να γινότανε το παν ένα μπουρλότο, παρά να υποταχθούμε στους
καταχτητές», ομολογούσε ο Άρης στον ιστορικό του λόγο στην Λαμία.
Και
πόσες άλλες μεγάλες ή μικρότερες ιστορικές στιγμές, ο λαός αυτός δεν
εξέφρασε τον πατριωτισμό του! Μας το μαρτυρούν οι ποιητές από τον Κάλβο
τον Ξενόπουλο και τον Παλαμά, μέχρι τον Καβάφη τον Ρίτσο τον Ελύτη.
Έτσι,
λοιπόν η πατρίδα μας, μέσα στο περιβάλλον του δικού της πολιτισμού, του
δικού της κοινωνικού και οικονομικού περιβάλλοντος, της δικής της
πολιτικής ιστορίας, όπως άλλωστε κάθε ξεχωριστή πατρίδα, σμιλεύτηκε και
απέκτησε τον δικό της ιδιαίτερο χαρακτήρα, από τους αγώνες του λαού της
για ελευθερία και απεξάρτηση από κάθε είδους τυραννία, από τους αγώνες
για δημοκρατία και κοινωνική ευημερία μέσα στην κίνηση της ιστορίας.
Απέκτησε δηλαδή ιστορική μνήμη, άρα και ιστορική ταυτότητα. Και χωρίς να
ταυτίζεται με το κράτος, όπως θέλει η αστική αντίληψη να νομίζεται για
την πατρίδα, διαδραμάτισε τον δικό της ενεργό ιστορικό ρόλο στην
εθνογέννεση και τελικά στην συγκρότηση και διαμόρφωση του σύγχρονου
ελληνικού έθνους. Και όπως κάθε σύγχρονο έθνος έτσι και το ελληνικό, αν
και καθυστερημένα από την υπόλοιπη Ευρώπη, αποτέλεσε την ιστορική μήτρα
των σύγχρονων κοινωνικών τάξεων και της διαπάλης τους για πολιτική
ηγεμονία στο εσωτερικό του.
Έθνος και πατρίδα
Αυτή
η διαπάλη για την πολιτική ηγεμονία από την πλευρά κάθε λαού, βρίσκει
την πιό οργανωμένη μορφή της μόνο μέσα στο έδαφος του συγκροτημένου
έθνους. Γιατί πολύ απλά τότε μόνο οι εργαζόμενες μάζες, που αγαπούν την
πατρίδα τους, αποκτούν συνείδηση της τάξης τους και συνδέουν τις
κοινωνικές και πολιτικές διεκδικήσεις τους, με την πανεθνική τους
ενότητα. Έτσι, τα ιδανικά των αστικοδημοκρατικών επαναστάσεων για
ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη, δημοκρατία εθνική κυριαρχία και
ανεξαρτησία, που εκφράστηκαν από κοινού με τους ανερχόμενους αστούς και
τους εξαθλιωμένους, μετατρέπονται σε συγκρουσιακό πεδίο ανάμεσά τους,
στο έδαφος του ραγδαία αναπτυσσόμενου καπιταλισμού, που άλλαζε τον κόσμο
γκρεμίζοντας την αθλιότητα της φεουδαλικής κοινωνίας και της
απολυταρχίας. Το σύγχρονο έθνος και η εθνική ενότητα, μεταβάλλεται στην
πράξη, σε πεδίο αναμέτρησης ανάμεσα στην ανερχόμενη αστική τάξη, και τον
λαό αρχικά, την εργατική τάξη αργότερα.
Το
έθνος, ως ιστορική κατηγορία, είναι κι αυτό ιστορικό φαινόμενο, είναι
δηλαδή ένα κοινωνικό φαινόμενο στην ιστορική κίνηση κι εξέλιξη. Δεν
είναι μιά φαντασιακή κατασκευή, ή προϊόν του καπιταλισμού, της αστικής
διανόησης και ιδεολογίας. Είναι σίγουρο, οτι διαμορφώθηκε στην σύγχρονή
του μορφή στο καπιταλιστικό περιβάλλον. Αποτελεί όμως αδιαμφισβήτητα,
την ανώτερη μορφή συγκρότησης της κοινωνίας, του λαού σε όλη την
ποικιλομορφία του, προκειμένου να κατοχυρώσει και να υπερασπίσει την
ελευθερία, την ισότητα, τα κοινωνικά δικαιώματα, να καταστήσει τον λαό
κυρίαρχο και εθνικά ανεξάρτητο, μέσα στην πατρίδα του. Γι’ αυτό και στην
Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη στα 1793, η
Γαλλική Εθνοσυνέλευση ψήφισε:
«Η
κυριαρχία ανήκει στο λαό, είναι αδιαίρετη, απαράγραπτη κι
αναπαλλοτρίωτη.» Και λίγο παρακάτω: « Κάθε άρπαγας της εθνικής
κυριαρχίας πρέπει να σκοτώνεται αμέσως απ’ τους ελεύθερους πολίτες.»(3)
Εθνισμός κι εθνικισμός
Το έθνος, κατοχυρώνει την υπόσταση του λαού στην ιστορική του συνέχεια, μέσα από τους δημοκρατικούς αγώνες των μελών που το απατίζουν
να διαφεντεύουν τον τόπο τους, να θεμελιώσουν την δημοκρατία, να
αποζητούν πάντα την ελευθερία. Κατοχυρώνει την πατρίδα. Να ποιός είναι ο
εθνισμός του λαού. Δηλαδή η εθνική του συνείδηση. Ο εθνισμός, ως
ιδεολογία, επιβεβαιώνει:
«Την
εθνική αυτοσυνείδηση, την κοινή γλώσσα, το κοινό έδαφος, τον κοινό
πολιτισμό, μια σειρά από κοινωνικές αξίες, από κοινές παραδόσεις και
απελευθερωτικούς αγώνες, δηλαδή όλα εκείνα τα συσσωρευτικά στοιχεία που,
εξελισσόμενα μέσα στην ιστορική κίνηση και σε συγκεκριμένο τόπο,
αποτέλεσαν τα στρώματα και τα υποστρώματα του έθνους.»(4)
Μα
το έθνος όντας προϊόν της κοινωνικο-ιστορικής εξελικτικής διαδικασίας,
γεννά και το εθνικό ζήτημα-κίνημα, που δεν θα μπορούσε ως κοινωνικό –
ιστορικό φαινόμενο, παρά να είναι και το ίδιο, αντιφατικό. Δεν είχε
μονάχα προοδευτικό χαρακτήρα, γιατί ο ανερχόμενος καπιταλισμός ήταν
αποικιοκρατικός και εκ φύσεως διεθνής. Έτσι αν τα παραπάνω συσσωρευτικά
στοιχεία που περιγράφησαν, αποτελούν τα θετικά, προοδευτικά
χαρακτηριστικά που επηρέαζαν την εθνική συνείδηση στο σύνολό της, από
την άλλη μεριά το εθνικό ζήτημα – κίνημα, γέννησε και την πάλη ανάμεσα
στα έθνη (καρπός του καπιταλιστικού ανταγωνισμού), την έξαρση των
αποικιοκρατικών κατακτήσεων και των πολέμων στο όνομα του κεφαλαίου, και
την εμφάνιση της εθνικιστικής ιδεολογίας που εξυμνούσε κυρίως το
μεγαλείο του κράτους, ταυτίζοντας τα συμφέροντα της κρατούσας τάξης, της
ολιγαρχίας, με τα συμφέροντα όλου του έθνους, παρά και ενάντια στον λαό
και σε βάρος των άλλων εθνών. Αυτά τα στοιχεία, αποτελούσαν και την
αντιδραστική πλευρά του εθνικού ζητήματος – κινήματος.
Ο
εθνικισμός, από το πρώτο στάδιο του εθνικού ζητήματος-κινήματος,
λειτούργησε ως όργανο για την υποταγή των μελών ενός έθνους τόσο της
ηγεμονικής τάξης αλλά κυρίως των καταπιεσμένων τάξεων στο αστικό κράτος
και αντανακλά την καπιταλιστική πραγματικότητα σε όλη της την εξέλιξη
μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα. Αξιοποίησε
τον πατριωτισμό και τον εθνισμό του λαού, προκειμένου να καταλύσει την
φεουδαλική ηγεμονία, αλλά δεν σταμάτησε εκεί. Η ταύτιση του αστικού
κράτους με τα συμφέροντα του κεφαλαίου, τόσο στην πρώϊμη ανάπτυξη του
καπιταλισμού, της διεθνοποίησης του εμπορικού και χρηματικού κεφαλαίου
αλλά και μετά στο στάδιο του ιμπεριαλισμού, πέταξε στα σκουπίδια την
ισότητα, την αδελφότητα, την ελευθερία, όλα εκείνα τα προοδευτικά
στοιχεία που είχε ως σημαία της η αστική ανερχόμενη τάξη. Η αστική
άρχουσα τάξη, μπήκε σταδιακά αλλά σταθερά, στην ίδια θέση που βρισκόταν η
φεουδαρχία, και το κεφάλαιο γίνεται αντιδραστικό.
Κοντολογις
τα χαρακτηριστικά του εθνικισμού, είχαν βαθύ ταξικό χαρακτήρα, που δεν
ήταν άλλος από την διασφάλιση της κοινωνικής ηγεμονίας της άρχουσας
τάξης, την ενίσχυση της αστικής ιδεολογίας και την υποταγή σε αυτήν των
εργατών και των καταπιεζομένων στρωμάτων όλης της ανθρωπότητας.
Ανταποκρινόταν στις αποικιοκρατικές και ανταγωνιστικές ανάγκες των
διαφόρων τμημάτων του κεφαλαίου για την ηγεμονία στην αποικιοκρατική
παγκόσμια αγορά. Γι’ αυτό παραμόρφωσε τα έθνη και τα έκανε ανταγωνιστικά
ανάμεσά τους, τα προσάρμοσε στον αμείλικτο καπιταλιστικό ανταγωνισμό
για το κυνηγητό του κέρδους και ιδιαίτερα του αποικιοκρατικού
υπερκέρδους, παρά κι ενάντια στο συμφέρον των λαών και των ίδιων των
εθνών. Έτσι ο εθνικισμός αποτέλεσε εξαρχής την άρνηση του έθνους. Δεν
ήταν τίποτα περισσότερο από το όχημα του ιμπεριαλισμού, σε βάρος του
κοινού δικαιώματος της μεγάλης πλειοψηφίας κάθε λαού, σε βάρος της
διασφάλισης των πιο ζωτικών συμφερόντων της.
Την πιό πάνω αλήθεια, την περιέγραφε παραστατικά ο Β.Ι. Λένιν στις αρχές του περασμένου αιώνα:
«Κοιτάξτε
τους κεφαλαιοκράτες: προσπαθούν να υποδαυλίσουν την εθνική έχθρα στον
απλό λαό, ενώ οι ίδιοι κάνουν θαυμάσια τις δουλειές τους. Σε μια και τη
αυτή μετοχική εταιρεία, είναι οι Ρώσοι και Ουκρανοί και Πολωνοί και
Εβραίοι και Γερμανοί. Ενάντια στον λαούς είναι ενωμένοι οι
κεφαλαιοκράτες όλων των εθνών και θρησκειών. Τους λαούς όμως προσπαθούν
να τους χωρίσουν και να τους αδυνατίσουν με την εθνική έχθρα.» (5)
Να ξεδιαλύνουμε τα πράγματα στις μέρες μας
Σήμερα
όμως, ο ιμπεριαλισμός, δηλαδή ο παγκόσμιος επεκτατισμός, κατόρθωσε να
επιβάλει την ηγεμονία του, όχι μεσα από τον αμείλικτο ανταγωνισμό των
εθνών, αλλά μέσα από τους υπερκρατικούς και υπερεθνικούς παγκόσμιους
οργανισμούς της ΕΕ, του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας. Ο επεκτατισμός του
σύγχρονου ιμπεριαλισμού, δεν στηρίζεται ούτε εκπορεύεται από κάποια
μεγάλα κράτη και έθνη, τις μητροπόλεις του καπιταλισμού όπως παλιότερα
αλλά από την απόλυτη διεθνοποίηση του παγκόσμιου κεφαλαίου, των αγορών
και του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Πέρα και πάνω από τους
παραδοσιακούς τρόπους ενσωμάτωσης των εθνών, στην μεγαλοκρατική
ιμπεριαλιστική πολιτική του περασμένου αιώνα.
Ακόμα
και το παραδοσιακό εθνικό-αστικό κράτος , που χρησιμοποιήθηκε ως όχημα
για την καπηλεία του εθνισμού και του πατριωτισμού των λαών, που
ανέπτυξε τον εθνικισμό προκειμένου να εδραιώσει την ηγεμονία της η
άρχουσα αστική τάξη και να θριαμβεύσει ο ιμπεριαλισμός, στέκεται εμπόδιο
στον ανελέητο επεκτατισμό του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, του
πιό επιθετικού ιμπεριαλισμού.
Σήμερα
ο εθνικισμός, δεν αποτελεί το όχημα οδηγό στην διαιώνιση και επικράτηση
του ιμπεριαλισμού, στην υποδούλωση των λαών και την γενίκευση των
πολέμων. Την δουλειά την κάνει πολύ καλύτερα ο εθνομηδενισμός και ο
κοσμοπολιτισμός, που ανερυθρίαστα ειδικά στην Ελλάδα αλλά και παγκόσμια,
ενσωματώθηκε καλύτερα στην καθεστωτική και ευρύτερη αριστερά αλλά και
στην νεοφιλελεύθερη δεξιά. Κοιτάχτε πως το 4ο
Ράϊχ, διαμέσου της νομιμοποίησής του από την ΕΕ αλλά και οι
κοσμοπολίτες των Βρυξελλών, του ΔΝΤ και των εκπροσώπων των αγορών και
της Νέας Παγκόσμιας Τάξης, αναθεματίζουν τον αναδυόμενο νεοεθνικισμό
όπου εμφανίζεται, ως τον μέγα κίνδυνο για την ανθρωπότητα. Ακόμα και
στις ΗΠΑ του νεοεθνικιστή και ακροδεξιού Τραμπ, βρίσκονται απέναντι.
Στην
ουσία, δεν κάνουν τίποτα άλλο, από το να αποπροσανατολίζουν τους λαούς,
που με νωπές τις μνήμες από τις θηριωδίες του ολοκληρωτικού εθνικισμού,
του εθνικοσοσιαλιστικού φασισμού, είναι έτοιμες να αποδεχτούν τον
κοσμοπολιτισμό και τον εθνομηδενισμό ως αντίδοτο.
Μα
ποτέ ο κοσμοπολιτισμός και ο εθνομηδενισμός δεν λειτούργησαν ως
αντίδοτο στον εθνικισμό. Ήταν πάντα η προέκτασή του. Οι δύο όψεις του
ίδιου νομίσματος. Το εξαιρετικά χρήσιμο καθρεφτάκι στους ιθαγενείς,
προκειμένου ο φασισμός, κρυφός ή φανερός, πολεμικός ή οικονομικός, με
αιχμή τον ιμπεριαλισμό να διαλύσει πατρίδες, έθνη, και ιστορικές
ταυτότητες. Και δυστυχώς αποδεικνύεται, οτι και οι σημερινοί πραγματικοί
φασίστες του απανταχού και αχρωμάτιστου νεοφιλελευθερισμού, ξέρουν και
χρησιμοποιούν από κάθε πλευρά το ίδιο νόμισμα, ανάλογα με το τι ευνοούν
οι παγκόσμιες κοινωνικές συνθήκες.
Αντίθετα
απ’ όλα αυτά, τα χαρακτηριστικά του εθνισμού του λαού, της αγάπης για
την πατρίδα, δεν είχαν ποτέ ανάγκη τον εθνικισμό για να εδραιωθούν και
να μεγαλουργήσουν, πολύ περισσότερο τον κοσμοπολιτισμό για να
διεθνοποιηθούν. Είναι από μόνα τους γνήσια και προοδευτικά, συνδεδεμένα
άρρηκτα μέσα στην μνήμη των λαών, στην αναζήτηση της ελευθερίας. Και δεν
μπορούν παρά να ενίσχυαν και να ενισχύουν τον αυτοπροσδιορισμό του
έθνους, την ανάπτυξη της δικής του σκεψης την προαγωγή του πολιτισμού
του, υλικού και πνευματικού, αντλώντας από τους αγώνες του λαού για
ελευθερία και ανεξαρτησία στην ιστορική συνέχεια, τον ξεχωριστό
χαρακτήρα κάθε πατρίδας, αντανακλώντας στην ανθρωπότητα το δικαίωμα των
λαών στην αυτοδιάθεση.
Να
γιατί ο πατριωτισμός και κατ’ επέκταση ο εθνισμός, εμπεριέχει από την
φύση του το επαναστατικό στοιχείο του διεθνισμού, συμβαδίζει και δεν
έρχεται σε αντίθεση μαζί του, γιατί δεν παροπλίζει τα έθνη, δεν τα
απαλλοτριώνει από την εθνική τους αυτοσυνείδηση, την ιστορική τους
ταυτότητα και τον χαρακτήρα.
Τι
λοιπόν ουσιαστικά υπερασπίζεται κανείς σήμερα όταν υπερασπίζει την
πατρίδα, αν όχι το δικαίωμα του κάθε λαού να διαφεντεύει τον τόπο του;
Τι υπερασπίζεται αν όχι την διεκδίκηση και κατοχύρωση του δικαιώματος σε
κάθε κυρίαρχο έθνος, στην αυθυπαρξία, στην αυτονομία και στην
αυτοδιάθεσή του λαού του; Δηλαδή στην αντίσταση στο σάρωμα του
ιμπεριαλισμού αλλά και το δικαίωμα στην ιστορικη του ταυτότητα και τον
δικό του πολιτισμό; Τι άλλο υπερασπίζεσαι παλεύοντας για την πατρίδα, αν
όχι τους δημοκρατικούς αγώνες και τις κατακτήσεις των λαών για
κοινωνικά δικαιώματα, δημοκρατία, ελευθερία και ανεξαρτησία από κάθε
ξένο και εγχώριο δυνάστη σε πανενθνικό επίπεδο και σε συγκεκριμένο τόπο;
Σε κάθε τόπο;
Στην
Ελλάδα σήμερα, συντελείται η μεγαλύτερη επίθεση στην μεταπολεμική της
ιστορία, ενδεχομένως σε όλη την ιστορία του σύγχρονου ελληνικού έθνους.
Το πολιτικό σύστημα, που από κοτζαμπάσικο και φραγκολεβαντίνικο,
μεταλλάχτηκε σε αστικό, μεταπρατικό και νεοραγιάδικο, δεν ήταν ποτέ
εθνικό και πατριωτικό, πλην ελαχίστων προσωπικών εξαιρέσεων στην
σύγχρονη ιστορία του. Γι’ αυτό και κράτησε την Ελλάδα πάντα ως
προτεκτοράτο των μεγάλων δυνάμεων, προκειμένου αυτό να παρασιτεί και να
υποδουλώνει τον ελληνικό λαό.
Τα
τελευταία 8 χρόνια των μνημονίων, όποτε ο ελληνικός λαός βγήκε στους
δρόμους να υπερασπίσει την ύπαρξή του, βρήκε το πολιτικο-οικονομικό και
μιντιακό κατεστημένο και τους κάθε λογής κονδυλοφόρους του, απέναντί
του. Με τους αγανακτισμένους την περίοδο 2011 -12, με το κλείσιμο της
ΕΡΤ, με τις εκατοντάδες απεργίες και διαδηλώσεις, με την παρουσία του
και το μεγάλο ΟΧΙ στο δημοψήφισμα του 2015 αλλά και με το συλλαλητήριο
για το Μακεδονικό, δεν έκανε τίποτα περισσότερο από το να εκφράσει την
οργή, την αγανάκτηση, την αντίστασή του απέναντι στην επίθεση του
ιμπεριαλισμού του παγκόσμιου κεφαλαίου στους νέους όρους επέκτασής του.
Και
βρήκε την αφορμή τόσο μέσα από την οικονομική του εξαθλίωση και τα
προγράμματα εφαρμογής των Δανειακών συμβάσεων και των μνημονίων, δηλαδή
από κοινωνικό έρεισμα, όσο και μέσα από το Μακεδονικό, δηλαδή από εθνικό
έρεισμα. Μα σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, δεν εξωτερίκευσε και δεν
αξιοποίησε, παρά μόνο τον χαρακτήρα του, ως απόρροια του πατριωτισμού
και του εθνισμού του. Απέναντί του, η βία του κράτους, που είτε από
δεξιά είτε από αριστερά, προσπαθεί να αποπροσανατολίσει, να εκμαυλίσει
με νέους όρους τα κοινωνικά του και πατριωτικά καταπιστεύματα.
Ειδικά
στην περίπτωση των συλλαλητηρίων για το Μακεδονικό, η επίθεση ήταν
ολόπλευρη. Από την μιά ο εθνομηδενισμός της πρώτης φοράς αριστερής
κυβέρνησης να κτυπά ανελέητα, από την άλλη ο επίδοξος νεοεθνικισμός της
δεξιάς και οι φασίστες, να προσπαθούν να εκμεταλευτούν εκ νέου τον
εθνισμό του λαού. Και στην μέση ο λαός, ο σαρδανάπαλος λαός,
δακτυλοδεικτούμενος ως ακροδεξιός, καταχωρημένος εκ προοιμίου από λυτούς
και δεμένους στον εκφασισμό του.
Για
όλους αυτούς, αριστερούς και δεξιούς μεταπράτες και νεοκοτζαμπάσηδες,
για όλους αυτούς που μετέτρεψαν την χώρα μου σε δουλοπαροικία του
χρέους, τους δοσίλογους που ανέχονται να παραδίδουν την Ελλάδα στις
επιβουλές και τις μεθοδεύσεις της διακυβέρνησης του νέου φασισμού της ΕΕ
και των αγορών αλλά και για τους μεγαλοσχήμονες δημοσιολόγους και τους Real επαναστάτες
μεριά, που τολμάνε να χαρακτηρίσουν έναν λαό, πότε απολιτίκ, πότε
ακροδεξιό και πότε φασίστα, προκειμένου να τον φέρουν μόνο στα μέτρα
τους (οποίος φασισμός!), δεν απαντώ. Έχουν απαντήσει ήδη ο Β.Ι Λένιν και
ο δικός μας Νίκος Ψυρούκης για το πως κάθε έθνος μπορεί να νοιώσει
περηφάνια για ότι θετικό προσέφερε στην ανθρωπότητα και πάνω απ’ όλα για
την ελευθερία των λαών γενικά και των καταπιεσμένων ανθρώπων ιδιαίτερα.
Δηλαδή, για το τι σημαίνει πατρίδα.
1. «Θυμόμαστε
πως εδώ και μισόν αιώνα ο μεγαλορώσος δημοκράτης επαναστάτης είπε:
Άθλιο έθνος, έθνος δούλων, από πάνω έως κάτω είναι δούλοι. Στους
ανοικτούς και σκεπτόμενους δούλους μεγαλορώσους, δούλους απέναντι στην
τσαρική μοναρχία, δεν τους αρέσουν να τους θυμίζουν αυτά τα λόγια. Κατά
την γνώμη μας όμως, αυτά ήταν τα λόγια που εμπνέονταν από αληθινή αγάπη
για την πατρίδα, αγάπη που θλίβονταν, γιατί έλειπε η επαναστατικότητα
από τις μάζες του μεγαλορωσικού πληθυσμού. Είμαστε γεμάτοι από αίσθημα
εθνικής υπερηφάνειας και γι’ αυτό μισούμε ιδιαίτερα το δουλικό παρελθόν
μας»
(6), όπως εμείς σήμερα, όσοι έχουμε εθνική συνείδηση, μισούμε του
κιοτήδες και τους δοσίλογους των ξένων αφεντικών, τους μασκαράδες του
αφελληνισμού της πατρίδας μας.
2. «Δεν
έχει καμμιά απολύτως σχέση με τον εθνικισμό η περηφάνεια που έχουμε για
το έθνος μας, για τους πατριωτικούς πολέμους των προγόνων μας στην
αρχαιότητα, για τις μεγάλες πολιτιστικές αξίες που γέννησε η
αρχαιοελληνική και η μεσαιωνική ελληνική εθνότητα, για τους
εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες των νεότερων Ελλήνων(1821, 1912, 1940,
1944, 1955-59), για τον νεότερο προοδευτικό πολιτισμό του έθνους μας.
Είναι η προσφορά του στον παγκόσμιο ανθρώπινο πολιτισμό. Από την άλλη
όμως, νοιώθουμε, κι εμείς όπως ο Τσερνισέφσκι, ντροπή όταν το έθνος μας
μετατρέπεται σε έθνος ραγιάδων, δούλων, ιδιαίτερα όταν αντί
πλουσιοπάροχου «πινακίου φακής», ξεπουλάει κάθε επαναστατικότητα, κάθε
εθνική περηφάνεια, για να μπορεί να ζει ως αηδιαστικό ζώο, βουτηγμένο
στην λάσπη της παχυδερμίας και της σιχαμερής ξενοδουλείας και μάλιστα
φορώντας το φερετζέ της δήθεν προοδευτικότητας και αναδεικνύοντας την
ακαματοσύνη, την ψευτιά και την υποκρισία σε εθνικές αξίες!»(7)
Υ.Γ. Δυο κουβέντες για τον Μίκη
Ο
Μίκης στάθηκε υπερβατικός και αληθινός πατριώτης. Δεν κιότεψε, δεν
πτοήθηκε στιγμή, δεν απαρνήθηκε τον λαό του. Βγήκε στο γκισντάνι, και
δεν είναι η πρώτη φορά στα χρόνια των μνημονίων, διαισθανόμενος τον
κίνδυνο διαμελισμού της πατρίδας. Κατήγγειλε τον αριστερόστροφο φασισμό
και τον κυβερνητικό εθνομηδενισμό, γιατί πολύ απλά αυτός σήμερα κάνει
την δουλειά για λογαριασμό του ιμπεριαλισμού της ΕΕ και της παγκόσμιας
τάξης πραγμάτων.
Βγήκε
μπροστά, γιατί του ήταν αδιανόητο να αφήσει για άλλη μια φορά στην
ιστορία του νεοελληνικού έθνους, να καπηλευθούν τον πατριωτισμό και τον
εθνισμό του λαού, οι 300 ή οι 500 νοματαίοι της ΧΑ και η εθνικοφροσύνη
της ακροδεξιάς και της φουστανέλας. Κι ας προσπάθησαν οι επαναστάτες του
πληκτρολογίου να εκμεταλλευτούν τις δηλώσεις φασιστών, για να
διαβάλλουν και να σκορπίσουν τον πατριωτικό του λόγο. Δεν είναι παρά
δούλοι των ιδεολογικών αγκυλώσεων τους.
Το
αν μπόλιασε τον λαό μας, αν κατάφερε να αφυπνίσει το αίσθημα του
πατριωτισμού, είναι ήδη δρομολογημένο στις επόμενες λευκές σελίδες της
ιστορίας και εναπόκειται στον λαό μας αν θα τις εμποτίσει με το μελάνι
που χρειάζεται.
Βιβλιογραφία
(1) Μιχαήλ Αλεξάντροβιτς Μπακούνιν – Γράμματα για τον Πατριωτισμό (1869)
(2) Γ. Πλεχάνωφ Η μονιστική αντίληψη της ιστορίας. (Πράγα 1949), σ. 184-185
(3) Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη. (1793) αρ. 19, 20
(4) Βίκτωρ Κοζλώφ περιοδικό Nouvelle critique. Τεύχος 70/1974, σ.26
(5) Β.Ι. Λένιν. Η εθνικοποίηση του εβραϊκού σχολείου. Άπαντα
(6) Β.Ι. Λένιν. Για την εθνική υπερηφάνεια των μεγαλορώσων. Άπαντα, τόμος 21
(7) Νίκος Ψυρούκης. Το Εθνικό ζήτημα. σ. 172